Α. Γενικές παρατηρήσεις
Σε συνέχεια της υπογραφής της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την ενσωμάτωση της κοινοτικής Οδηγίας 2009/147/ΕΚ για τα Πουλιά, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία κρίνει σημαντική την δημόσια διαβούλευση που βρίσκεται σε εξέλιξη και καταθέτει τις θέσεις της για την ΚΥΑ «Καθορισμός μέτρων ειδικής προστασίας και διατήρησης και αποκατάστασης των ειδών και των ενδιαιτημάτων/οικοτόπων της άγριας ορνιθοπανίδας στις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)». Θεωρούμε ότι η προτεινόμενη ΚΥΑ (καθώς και η Κ.Υ.Α. 37338/1807/Ε103/ΦΕΚ1495Β’) παρά τα αδύναμα σημεία της και ορισμένες σοβαρές ελλείψεις, αποτελεί ένα θετικό και απαραίτητο βήμα για την προστασία των ΖΕΠ του δικτύου Natura στην Ελλάδα. Θεσμοθετεί μέτρα που εκκρεμούν για χρόνια και απαντά στις υποχρεώσεις της χώρας προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, τώρα πια δυστυχώς, και προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Η ΚΥΑ, σωστά στοχεύει στη «θέσπιση και εφαρμογή ενός συνεκτικού, συγκεκριμένου και ολοκληρωμένου νομικού καθεστώτος, ικανού να εξασφαλίσει τη βιώσιμη διαχείριση και την αποτελεσματική προστασία των ζωνών ειδικής προστασίας»[1], η απουσία εξάλλου του οποίου είναι και ο λόγος για τον οποίο η χώρα παραπέμφθηκε στο ΔΕΚ το 2008. Παρόλα αυτά, είναι αρκετά τα σημαντικά σημεία στα οποία δεν καταφέρνει τη θέσπιση ενός τέτοιου καθεστώτος, καθώς:
1) Δεν έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων απειλών για ορισμένα είδη χαρακτηρισμού, όπως τουλάχιστον θα έπρεπε να κάνει, προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν οδηγήσει στην καταδικαστική απόφαση (βλ. άρθρα 4, 6, 7 και 9).
2) Απουσιάζουν συχνά χρονοδιαγράμματα για την υλοποίηση των δράσεων, με αποτέλεσμα η ΚΥΑ να καθίσταται σε πολλά σημεία μη υλοποιήσιμη. Όπου αναφέρονται δεσμευτικές διατάξεις που παραπέμπουν σε άλλη μελλοντική πράξη επικρατεί σύγχηση όσον αφορά την σειρά υλοποίησης των δράσεων (βλ. άρθρα 6, 10, 15 και 19).
3) Τα απαγορευτικά ή θετικά μέτρα που προτείνονται συχνά είναι ελλιπή ή έχουν γενικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να μην είναι υλοποιήσιμα (βλ. άρθρα 6, 7, 9, 10, 11 και 14). Προκειμένου να επιλυθεί η προβληματική εφαρμογή του άρθρου 4 που έχει οδηγήσει στην καταδικαστική απόφαση[2], θα πρέπει ορισμένα μέτρα να εξειδικευτούν περαιτέρω.
Για την Οδηγία για τα Πουλιά έχουν εκδοθεί πολλαπλές καταδικαστικές αποφάσεις από το ΔΕΚ και, εν έτει 2010, κρίνουμε τις παραπάνω ελλείψεις σοβαρές.
Β. Ειδικός σχολιασμός, ανά άρθρο
Άρθρο 3- Πεδίο εφαρμογής
Προϋπόθεση για την προστασία των ΖΕΠ είναι η συγκεκριμένη οριοθέτησή τους στην κατάλληλη κλίμακα. Η έλλειψη αυτή έχει δημιουργήσει διαχρονικό πρόβλημα στις αδειοδοτούσες υπηρεσίες. Το ζήτημα αυτό μπορεί να επιλυθεί με τροποποίηση της ΚΥΑ 37338/1807/Ε103 (ΦΕΚ1495Β’), έτσι ώστε νε προστεθεί η υποχρέωση οριοθέτησης σε κατάλληλη κλίμακα και η περιγραφή του οδοιπορικού των ορίων των ΖΕΠ.
Πρόταση:Τροποποίηση του άρθρου 4 παρ.4 εδ.1 της ΚΥΑ 37338/1807/Ε103 (ΦΕΚ1495Β’), ως εξής:
«Εντός ενός (1) έτους από την παρούσα απόφαση η αρμόδια Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΚΑ προσδιορίζει και περιγράφει λεπτομερώς τα υπάρχοντα όρια των ΖΕΠ, βάσει έγχρωμων ορθοφωτογραφιών του ΟΚΧΕ και του υψομετρικού δικτύου της χώρας σε κλίμακα 1:10.000, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της οδηγίας INSPIRE (2007/2/EC). Τα όρια συνοδεύονται από περιγραφικό οδοιπορικό σημείωμα για όλες τις ΖΕΠ.»
Άρθρο 4- Μέτρα ειδικής προστασίας για την χωροθέτηση έργων και δραστηριοτήτων
Το άρθρο κινείται, γενικά, προς την σωστή κατεύθυνση. Παρόλα αυτά, θα πρέπει να αποφευχθεί η εισαγωγή περίπλοκων διατάξεων και νέων εννοιών, γιατί έτσι ενδέχεται να προκληθεί η ελλιπή εφαρμογή της ΚΥΑ από τους αρμόδιους φορείς. Επίσης, εξαιρούνται πολλά έργα εντός ΖΕΠ από το μέτρο αυτό.
1. Η Ειδική Ορνιθολογική Μελέτη (ΕΟΜ) θα πρέπει να αποτελεί δομικό στοιχείο για τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων εντός ΖΕΠ. Οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 καθιστούν το παραπάνω αδύνατο. Η ΠΟΜ αποτελεί προκαταρκτική εκτίμηση (ανάλυση της υφιστάμενης δημοσιευμένης και αδημοσίευτης πληροφορίας και γενική «σάρωση» της περιοχής, όπως θεσμοθετείται με το Παράρτημα ΙΙ «Προδιαγραφές και Περιεχόμενο Ορνιθολογικών Μελετών»). Δεν αποτελεί ολοκληρωμένη μελέτη η οποία μπορεί να αναδείξει την ορνιθολογική σημασία μιας περιοχής.
Πρόταση: Για τα έργα της Κατηγορίας Α, που προβλέπονται στην υπ. Αριθ. 15393/2332/2002 ΚΥΑ, η ΕΟΜ θα πρέπει να εκπονείται πάντα, και όχι μόνο εφόσον η αρμόδια υπηρεσία για τη Διαχείριση του Φυσικού Περιβάλλοντος και της αρμόδιας Δασικής υπηρεσίας του ΥΠΕΚΑ κρίνει ότι απαιτείται. Προτείνεται να αφαιρεθεί από την παράγραφο 1 του άρθρου η φράση «εκτός εάν κατά το στάδιο της ΠΠΕΑ η αρμόδια αρχή από το περιεχόμενο και τα στοιχεία της ΠΟΜ κρίνει αιτιολογημένα ότι δεν απαιτείται η εκπόνηση ΕΟΜ».
2. Εξαιρούνται από την διαδικασία εκπόνησης ορνιθολογικής μελέτης έργα ή κατηγορίες έργων. Τα έργα που εξαιρούνται αναφέρονται στο παράρτημα Ι του παρόντος κειμένου. Τα έργα αυτά δυνάμει μπορούν να προκαλέσουν επιπτώσεις στις ΖΕΠ.
Πρόταση: Να περιληφθούν τα έργα του επισυναπτόμενου Παραρτήματος Ι στην διαδικασία εκπόνησης ορνιθολογικής μελέτης.
3. Τονίζεται ότι υπάρχει μια σημαντική αντίφαση στο παρόν άρθρο που αφορά στο γεγονός ότι για τα έργα υποκατηγορίας 2 απαιτείται (σύμφωνα με την παράγραφο 1, β.2) ΠΟΜ, και στο στάδιο της ΠΠΕΑ κρίνεται αιτιολογημένα εάν θα απαιτηθεί και η ΕΟΜ (μετά από γνωμοδότηση υπηρεσιών του ΥΠΕΚΑ), ενώ για τα έργα ΑΣΠΗΕ, απαιτείται μόνο ΠΟΜ (σύμφωνα με την παράγραφο 3, β), χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα η αρμόδια αρχή να απαιτήσει ΕΟΜ. Θεωρούμε ότι αυτό αποτελεί παράληψη της υπηρεσίας, δεδομένου ότι η εκπόνηση ΕΟΜ εντός ΖΕΠ κατοχυρώνεται στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ και τον Ν.3851/2010. Επίσης τονίζουμε ότι αυτή η εξαίρεση συμπαρασύρει και τα συνοδά έργα των αιολικών πάρκων, με αποτέλεσμα ένας δρόμος του επαρχιακού δικτύου που ανήκει στην υποκατηγορία 2 μπορεί να εντάσεταιθ στην διαδικασία της ΕΟΜ, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί εάν εξυπηρετεί έργο ΑΣΠΗΕ.
Πρόταση: Θα πρέπει να εναρμονιστούν τα έργα υποκατηγορίας 2 με αυτά των ΑΣΠΗΕ, έτσι ώστε και για τα δύο να απαιτείται ΕΟΜ.
Άρθρο 6- Μέτρα ειδικής προστασίας για τη χωροθέτηση και λειτουργία Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ)
1. Ο προληπτικός αποκλεισμός του δικτύου των ΖΕΠ αποτελεί την βέλτιστη προσέγγιση, και πιο σύμφωνη με την κοινοτική «αρχή της πρόληψης», για την χωροθέτηση των αιολικών πάρκων στην Ελλάδα. Απολύτως αναγκαίος είναι ο αποκλεισμός των ιδιαίτερα ευάλωτων περιοχών, οι οποίες έχουν προσδιοριστεί μετά από την μοναδική μελέτη στην χώρα μας «Προσδιορισμός και χαρτογράφηση των ορνιθολογικά ευαίσθητων στα αιολικά πάρκα περιοχών της Ελλάδας», την οποία εκπόνησε η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία. Ο σωστός στρατηγικός σχεδιασμός με τον καθορισμό ζωνών ευαισθησίας αποτελεί προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη έγγραφό της «EU Guidance on wind energy development in accordance with the EU nature legislation».
Οι ιδιαίτερα ευαίσθητες ΖΕΠ που προκύπτουν από την μελέτη αφορούν στις ΖΕΠ με τα εξής είδη χαρακτηρισμού: όρνιο (Gypsfulvus), ασπροπάρης (Neophronpercnopterus), μαυρόγυπας (Aegypiusmonachus), γυπαετός (Gypaetusbarbatus), μαυροπετρίτης (Falcoelonorae), βαλτόπαπια (Aythyanyroca), αργυροπελεκάνος (Pelecanuscrispus) και ροδοπελεκάνος (Pelecanusonocrotalus), χρυσαετός (Aquilachrysaetos). Οι ΖΕΠ αυτές είναι αναγκαίο να αποκλειστούν από την χωροθέτηση αιολικών πάρκων.
Πρόταση: Προτείνεται νέα παράγραφος με την εξής διατύπωση: «Δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση ΑΣΠΗΕ εντός ΖΕΠ, των οποίων τα είδη χαρακτηρισμού είναι τα ακόλουθα: όρνιο (Gypsfulvus), ασπροπάρης (Neophronpercnopterus), μαυρόγυπας (Aegypiusmonachus), γυπαετός (Gypaetusbarbatus), μαυροπετρίτης (Falcoelonorae), βαλτόπαπια (Aythyanyroca), αργυροπελεκάνος (Pelecanuscrispus) και ροδοπελεκάνος (Pelecanusonocrotalus), χρυσαετό (Aquilachrysaetos).»
2. Η έννοια των ζωνών αποκλεισμού γύρω από φωλιές έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά τόσο από την μελέτη του Υπουργείου σας “Προσδιορισμός συμβατών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα είδη χαρακτηρισμού των Ζωνών Ειδικής Προστασίας της ορνιθοπανίδας”, όσο και από την μελέτη της Ορνιθολογικής «Προσδιορισμός και χαρτογράφηση των ορνιθολογικά ευαίσθητων στα αιολικά πάρκα περιοχών της Ελλάδας». Επίσης, στο έγγραφο κατευθύνσεών της «EUGuidanceonwindenergydevelopmentinaccordancewithEUnaturelegislation” τηςΕυρωπαϊκής Επιτροπής αναγνωρίζεται η ευαισθησία των φωλιών στα αιολικά πάρκα.
Κατά την Ορνιθολογική, το μέτρο προστασίας που αφορά στις φωλιές ευάλωτων ειδών είναι ιδιαίτερα προβληματικό καθώς:
α) Είναι ασαφές τι αποτελεί «περιμετρική ζώνη ασφαλείας»: κατά πόσο αυτή αποτελεί ζώνη αποκλεισμού. Θα πρέπει να επαναδιατυπωθεί ο όρος «περιμετρική ζώνη ασφαλείας» σε «ζώνη αποκλεισμού».
β) Η ΚΥΑ δεν ορίζει ελάχιστες χιλιομετρικές αποστάσεις από τις φωλιές. Μετά από την μοναδική στην χώρα μας μελέτη της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας “Προσδιορισμός συμβατών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα είδη χαρακτηρισμού των Ζωνών Ειδικής Προστασίας της ορνιθοπανίδας” καθορίστηκαν, με βάση τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές πηγές, οι χιλιομετρικές αποστάσεις από φωλιές και/ή αποικίες των πλέον ευάλωτων ειδών πουλιών (3 και 5 χλμ. αντίστοιχα για τα είδη που παρατίθενται παρακάτω). Οι αποστάσεις αυτές κρίνεται απολύτως αναγκαίο να οριστούν ως η ελάχιστη απόσταση ασφαλείας για τις φωλιές ή/και αποικίες για το σύνολο των ΖΕΠ.
γ) Η προτεινόμενη διαδικασία δεν αποτελεί δικλείδα ασφαλείας: δεν θεσμοθετείται υποχρέωση για την περίληψη των ζωνών αυτών στην Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων, παρά μόνο θεσμοθετείται η πρότασή τους από τις εκάστοτε ορνιθολογικές μελέτες. Αυτό παρόλα αυτά δεν εξασφαλίζει ότι η «ζώνη ασφαλείας» θα οριστεί και στην ΕΠΟ. Θα πρέπει να περιληφθεί ρητά η υποχρέωση να περιληφθούν οι ζώνες αυτές στην Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων.
δ) Το μέτρο αφορά μόνο τα είδη χαρακτηρισμού. Οι φωλιές και/ή αποικίες αφορούν όλα τα είδη που απαντώνται εντός της ΖΕΠ και όχι μόνο τα είδη χαρακτηρισμού. Ο περιορισμός στα είδη χαρακτηρισμού είναι επικίνδυνος στην περίπτωση αυτή, καθώς είναι ιδιαίτερα πολλές οι περιπτώσεις όπου τα ευάλωτα στα αιολικά πάρκα είδη που φωλιάζουν εντός ΖΕΠ δεν πληρούν το κριτήριο για να καθοριστούν ως «είδη χαρακτηρισμού», λόγω των χαμηλών πληθυσμών, ειδικά των αρπακτικών, στην χώρα μας. Επίσης η προσέγγιση αυτή μπορεί να αποκλείσει την προστασία των ειδών του Κόκκινου Βιβλίου τα οποία συναντούνται στις ΖΕΠ χωρίς να είναι είδη χαρακτηρισμού, καθώς και τα υπόλοιπα είδη του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 79/409. Η ΚΥΑ θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα για όλα τα είδη εντός ΖΕΠ και για την καλή κατάσταση της ΖΕΠ που τα φιλοξενεί, και όχι να περιορίζεται στα είδη χαρακτηρισμού.
Πρόταση: Προτείνεται η επαναδιατύπωση του άρθρου 6 παράγραφος 2 ως εξής:
«2. α) Δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση αιολικών σταθμών γύρω από φωλιές ευάλωτων χωροκρατικών ή/και αποικιακών ειδών πουλιών που βρίσκονται εντός ΖΕΠ, όπως αυτά ορίζονται στο εδάφιο β).
β) Για την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ εντός περιοχών ΖΕΠ πρέπει να περιλαμβάνονται στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων ζώνες αποκλεισμού από φωλιές ή/και αποικίες, ως εξής:
Ακτίνα 5 χλμ. γύρω από φωλιές των ειδών: όρνιο (Gypsfulvus), ασπροπάρης (Neophronpercnopterus), μαυρόγυπας (Aegypiusmonachus), γυπαετός (Gypaetusbarbatus), χρυσαετός (Aquilachrysaetos), θαλασσαετός (Haliaeetusalbicila) και σπιζαετός (Hieraaetusfasciatus), κραυγαετός (Aquilapomarina), βασιλαετός (Aquilaheliaca).
Ακτίνα 2 χλμ. γύρω από φωλιές των ειδών: κιρκινέζι (Falconaumanni), ο πετρίτης (Falcoperegrinus), ο καλαμόκιρκος (Circusaeruginosus), ο λιβαδόκιρκος (Circuspygargus), ο γερακαετός (Hieraaetuspennatus), η αετογερακίνα (Buteorufinus), το χρυσογέρακο (Falcobiarmicus), ο μαυροπελαργός (Ciconianigra), ο αιγαιόγλαρος (Larusauduinii), ο αρτέμης (Calonectrisdiomedea) και ο μύχος (Puffinusyelkuan)»
3. Οι περιοχές που αποτελούν σήμερα, μετά την θεσμοθέτηση των 43 νέων ΖΕΠ, αναγνωρισμένα μεταναστευτικά περάσματα είναι τέσσερα και όχι τρία: Δέλτα Έβρου (GR 1110006), Κύθηρα και γύρω νησίδες (GR3000013) και Αντικύθηρα και γύρω νησίδες (GR3000012) και Νότια Μάνη (GR2540008). Οι περιοχές αυτές αποτελούν τεκμηριωμένα από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία τις πιο ευάλωτες περιοχές της Ελλάδας[3]. Κρίνουμε λοιπόν πλήρως αδικαιολόγητο τον μη-αποκλεισμό των περιοχών αυτών από την εγκατάσταση ΑΙΟΠΑ. Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 της προτεινόμενης πράξης είναι ανεπαρκή για την προστασία των πουλιών στα μεταναστευτικά περάσματα.
Πρόταση: Προτείνεται η αναδιατύπωση της παραγράφου 3 ως εξής:
«Δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών σταθμών, εντός ΖΕΠ που πληρούν κριτήρια χαρακτηρισμού ως μεταναστευτικά περάσματα –στενωποί. Οι περιοχές αυτές σήμερα είναι το Δελτα Έβρου GR 1110006, Κύθηρα και γύρω νησίδες GR 3000013 και Αντικύθηρα και γύρω νησίδες GR 3000012, Νότια Μάνη GR 2540008, καθώς και όποια άλλη ΖΕΠ αναγνωριστεί ως μεταναστευτικό πέρασμα –στενωπός μετά από τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα.»
4. Η παράγραφος 3 της πράξης, όσον αφορά στην χρήση υπόγειων καλωδίων ρεύματος και στον τακτικό έλεγχο του σταθμού, είναι προαιρετική, καθώς πριν την «υποχρέωση» υπάρχει η φράση «εφόσον είναι περιβαλλοντικά βέλτιστη λύση».
Πρόταση: Να αφαιρεθεί η φράση «εφόσον είναι περιβαλλοντικά βέλτιστη λύση», καθώς αποδυναμώνει το μέτρο.
5. Η απόκλιση που προβλέπει το άρθρο της παραγράφου 4 στερείται τεκμηρίωσης. Ουσιαστικά αφήνει τα μελλοντικά μεταναστευτικά περάσματα πλήρως απροστάτευτα. Τα μέτρα της παραγράφου 3 θα πρέπει να ισχύουν για όλα τα μελλοντικά μεταναστευτικά περάσματα.
Πρόταση: Να αποσυρθεί η παράγραφος.
6. Δεν περιλαμβάνεται καμία πρόβλεψη για αντισταθμιστικά μέτρα για τα υφιστάμενα αιολικά πάρκα εντός ΖΕΠ, όπως η ενδυνάμωση του δικτύου των σταθμών περίθαλψης άγριων πτηνών, με μέτρα ενίσχυσης της αναπαραγωγικής επιτυχίας των επηρεαζόμενων ειδών, καθώς και με προγράμματα επανένταξης – επανεισαγωγής ειδών σε ιδιαίτερα προβληματικές περιοχές. Κρίνεται αναγκαία, στα πλαίσια συμμόρφωσης της χώρας με την καταδικαστική απόφαση του ΔΕΚ η θέσπιση αντισταθμιστικών μέτρων για τα υφιστάμενα αιολικά πάρκα εντός των ΖΕΠ.
Άρθρο 7- Μέτρα προστασίας για την πραγματοποίηση εξορυκτικών δραστηριοτήτων
Το άρθρο δεν περιέχει καμία δέσμευση ή υλοποιήσιμη διοικητική διαδικασία, τόσο για τον επενδυτή, όσο και για τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Πρόταση: Να περιληφθεί υποχρέωση περίληψης στην ΕΠΟ των έργων εντός ΖΕΠ η υπόγεια εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Η πρακτική αυτή ήδη προτιμάται από εξορυκτικές εταιρίες σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές.
Άρθρο 8- Μέτρα προστασίας σχετικά με την πραγματοποίηση αναδασμών
1. Η πρόβλεψη για την εκπόνηση Ειδικής Ορνιθολογικής Μελέτης σε περίπτωση επικείμενου αναδασμού εντός ΖΕΠ δεν είναι επαρκής δικλείδα ασφαλείας για τον σκοπό της προστασίας των αγροτικών ειδών. Τα αγροτικά είδη της Ε.Ε. έχουν σημειώσει μείωση 48% από το 1980[4]H Ελλάδα διατηρεί ακόμη σημαντικό ποσοστό παραδοσιακών καλλιεργειών, και για αυτό κρίνεται αναγκαία η εξασφάλιση ενός καθεστώτος προστασίας που θα εξασφαλίζει τη διατήρηση των αγροτικών ειδών χαρακτηρισμού. .
Πρόταση: Η παράγραφος 1 προτείνεται να αναδιατυπωθεί ως εξής:
«Δεν επιτρέπονται αναδασμοί εντός ΖΕΠ, με είδη χαρακτηρισμού α) τα οποία εξαρτώνται άμεσα από τα αγροτικά οικοσυστήματα [farmlandbirds], β) των οποίων στα κρίσιμα ενδιαιτήματά συγκαταλέγονται αγροτικά οικοσυστήματα (σύμφωνα με το Παράρτημα III, και τους οικείους επίσημους καταλόγους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του BirdlifeInternational)». Ο κατάλογος των αγροτικών αυτών ειδών έχει προσδιοριστεί από το Παράστημα ΙΙΙ του προγράμματος “Προσδιορισμός συμβατών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα είδη χαρακτηρισμού των Ζωνών Ειδικής Προστασίας της ορνιθοπανίδας” του Υπουργείου σας.
2. Το άρθρο για να είναι εφαρμόσιμο θα πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένο όσον αφορά τις υποχρεώσεις τόσο του μελετητή, όσο και του αγρότη. Προτείνεται η εξής αναδιατύπωση:
«Στην έγκριση περιβαλλοντικών όρων για την πραγματοποίηση αναδασμών εντός ΖΕΠ, περιλαμβάνεται η υποχρέωση για τη τη διατήρηση του εκτατικού και ετερογενούς αγροτικού τοπίου, τη διατήρηση παραποτάμιας και παραρεμάτιας βλάστησης, των νησίδων δενδροθαμνώδους βλάστησης στις παρυφές των αγρών, των ανοιχτών διακένων σε εκτάσεις με δεντροκαλλιέργειες, των φυτοφρακτών, των δεντρόκηπων, ακαλλιέργητων και ασυγκόμιστων περιθωρίων των καλλιεργειών.»
Άρθρο 9- Ειδικές ρυθμίσεις για τη θήρα
1. Η θήρα αποτελεί δραστηριότητα που πρέπει να ρυθμίζεται σε επίπεδο όλης της ελληνικής επικράτειας και όχι μεμωνομένα στις ΖΕΠ. Ειδικές ρυθμίσεις για τις ΖΕΠ θα πρέπει να καθορίζονται με βάση τις ανάγκες και τις απειλές των ειδών χαρακτηρισμού, και όχι των θηρεύσιμων ειδών. Η θέση της Ορνιθολογικής παραμένει σαφής: η λήξη της κυνηγετικής περιόδου θα πρέπει να οριστεί η 31 Ιανουαρίου για όλα τα είδη πουλιών. Η θέση αυτή στηρίζεται στην μοναδική μελέτη[5]να καθορίζουν ημερομηνίες λήξεως της θήρας κυμαινόμενες ανάλογα με τα είδη πτηνών, εκτός εάν έχει εκπονηθεί σχετική μελέτη. Ως εκ τούτου, κρίνεται αποσπασματική η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου που αφορά στην λήξη της κυνηγετικής περιόδου για τα υδρόβια στις 31 Ιανουαρίου, γιατί η ρύθμιση αυτή θα έπρεπε να είχε περιληφθεί στην ΚΥΑ ενσωμάτωσης της Οδηγίας για τα Πουλιά. του ΥΠΑΑΤ η οποία προτείνει την ημερομηνία αυτή για τα υδρόβια είδη, ενώ δεν υπάρχει ακόμη μελέτη που να αποδεικνύει την μη σύγχυση και όχληση των υπολοίπων ειδών πουλιών εάν διατηρηθούν οι υφιστάμενες κλιμακωτές ημερομηνίες λήξης. Επίσης, το ΔΕΚ έχει αποφανθεί σαφώς για το συγκεκριμένο ζήτημα με απόφασή του[6], η οποία απαγορεύει στα κράτη μέλη
Πρόταση: Η λήξη της κυνηγετικής περιόδου στις 31 Ιανουαρίου θα πρέπει να αφορά όλη την ελληνική επικράτεια.
2. Για την ειδική προστασία των ΖΕΠ κρίνονται θετικές οι προτεινόμενες απαγορεύσεις θήρας για τα είδη ασπρομέτωπη χήνα και πετροπέρδικα. Παρόλα αυτά, η απαγόρευση για την ασπρομέτωπη χήνα είναι αναγκαία, λόγω σύγχυσης με την παγκοσμίως απειλούμενη Νανόχηνα, και έτσι η απαγόρευση πρέπει να είναι ολική και όχι μόνο 3ετής, όπως άλλωστε προτείνει και το Διεθνές Σχέδιο Δράσης για την Νανόχηνα[7]Ευρωπαϊκό Σχέδιο Διαχείρισης[8]. Είναι ατεκμηρίωτο το κριτήριο με το οποίο η καλημάνα δεν περιλαμβάνεται στην ΚΥΑ, ειδικά όταν το Υπουργείο σας έχει την απαραίτητη σχετική τεκμηρίωση.. Επίσης, η καλημάνα τεκμηριωμένα θα επωφεληθεί από ανάλογη προσωρινή απαγόρευση με βάση το
Πρόταση: Στην παράγραφο 4 του άρθρου θα πρέπει να αφαιρεθεί η περίοδος τριών (3) ετών για την απαγόρευση της θήρας της ασπρομέτωπης χήνας, και η απαγόρευση να γίνει διαρκής. Προτείνεται επίσης να προστεθούν τα εξής εδάφια:
«-η θήρα του είδους καλημάνα (Vanellusvanellus) για περίοδο τριών (3) ετών».
Άρθρο 10- Εναρμόνιση της άσκησης της γεωργίας με την προστασία των άγριων πουλιών
Προτείνεται η σύμπτηξη του παρόντος άρθρου με τα άρθρα 8 και 11, διατηρώντας τον τίτλο του παρόντος άρθρου. Τονίζεται και πάλι η απουσία δευσμευτικών μέτρων: «δύναται να καταρτίζει αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα».
Πρόταση: Θα πρέπει είτε να καθοριστεί χρονοδιάγραμμα για την εκπόνηση του προγράμματος, είτε να θεσπιστούν τα μέτρα αυτά σαν υποχρέωση των δασικών υπηρεσιών.
Άρθρο 11- Προσδιορισμός Περιοχών Υψηλής Φυσικής Αξίας (ΥΦΑ)
Το άρθρο δεν προβλέπει συγκεκριμένο εφαρμόσιμο μέτρο προστασίας εφόσον η Υπηρεσία υποχρεούται μόνο να προσδιορίσει τις ΥΦΑ και όχι να τις οριοθετήσει και χαρτογραφήσει και να λάβει συγκεκριμένα μέτρα εντός τους.
Πρόταση: Θα πρέπει να περιληφθούν συγκεκριμένες ενέργειες και μέριμνα για την λήψη μέτρων μέτρα τα οποία η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να λάβει.
Άρθρο 12- Ειδικές ρυθμίσεις σχετικές με την δασοπονία
1. Η υπαγωγή των δασοπονικών διαχειριστικών μελετών στη διαδικασία της Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης δεν έχει να προσφέρει πολλά στη βελτίωση των αναγκαίων μέτρων προσαρμογής της δασικής διαχείρισης για τη διατήρηση της ορνιθοπανίδας. Το αντίθετο, με το άρθρο 12 υπάρχει κίνδυνος να στρέψει τις τοπικές κοινωνίες κατά των δασών, καθώς υπάγει ακόμα και απλές μικρής έκτασης υλοτομίες για την κάλυψη ατομικών αναγκών σε καυσόξυλα σε μια ιδιαίτερα χρονοβόρα διαδικασία. Εξάλλου στο Άρθρο 3, παράγραφος 1β της ΚΥΑ 11014/703 (Φ104/14.03.2003), που αφορά τη Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση, προβλέπεται ότι εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 «εξαιρούνται τα σχέδια διαχείρισης και τα προγράμματα δράσης που συνδέονται άμεσα ή είναι απαραίτητα για τη διαχείριση και προστασία των περιοχών αυτών».
Πρόταση: Προτείνεται εφ’ εξής να γίνεται αναθεώρηση και εκπόνηση των δασοπονικών διαχειριστικών μελετών από τις Περιφερειακές Διευθύνσεις Δασών. Το άρθρο προτείνεται να διαμορφωθεί ως εξής:
«1. Η δασοπονία ασκείται μέσω δασοπονικών διαχειριστικών μελετών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Οι δασοπονικές διαχειριστικές μελέτες εκπονούνται με βάση τις οδηγίες της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου για την άσκηση της δασοπονίας και εγκρίνονται από την αρμόδια Περιφερειακή Διεύθυνση Δασών.»
2. Η προτεινόμενη διάταξη ορθώς θεσμοθετεί την υποχρέωση εκπόνησης οδηγιών για την άσκηση δασοπονίας. Η Ορνιθολογική εκτιμά ότι η ρύθμιση αυτή είναι δυνατόν να ωθήσει την συνολική αναθεώρηση των προδιαγραφών των δασοπονικών διαχειριστικών μελετών, η οποία χρονίζει. Η ΚΥΑ παρόλα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνει ως βασική κατεύθυνση για αυτή την εργασία την ορνιθολογική αξιολόγηση κάθε περιοχής και τα μέτρα προσαρμογής της δασικής διαχείρισης στις ανάγκες διατήρησης της ορνιθοπανίδας.
Πρόταση: Προτείνεται η εξής επαναδιατύπωση:
«2. Η Ειδική Γραμματεία Δασών του ΥΠΕΚΑ οφείλει μέσα σε ένα (1) χρόνο από την έναρξη ισχύος της παρούσης απόφασης, να εκπονήσει οδηγίες για την άσκηση της δασοπονίας εντός των ΖΕΠ. Οι οδηγίες περιλαμβάνουν τις μεθόδους καταγραφής και αποτύπωσης των ορνιθολογικών δεδομένων για την περιοχή μελέτης και τις κύριες κατευθύνσεις προσαρμογής της δασικής διαχείρισης για τη διατήρηση των προστατευόμενων ειδών, και ιδίως των ειδών χαρακτηρισμού των ΖΕΠ.»
Άρθρο 14- Σχέδια φύλαξης και ενημέρωσης για τις ΖΕΠ
Το άρθρο αποτελεί ένα σημαντικό θετικό βήμα προς την ουσιαστική φύλαξη των ΖΕΠ. Παρόλα αυτά δεν διευκρινίζεται ποιος εγκρίνει και υλοποιεί τα Σχέδια αυτά.
Πρόταση: Θα πρέπει να διευκρινηστεί ότι η αρμόδια υπηρεσία για την έγκριση, αλλά και την υλοποίηση των Σχεδίων Φύλαξης και Ενημέρωσης των ΖΕΠ είναι οι περιφερειακές δασικές υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.
Άρθρο 15- Διαχειριστικές Δράσεις για τα είδη χαρακτηρισμού εντός ΖΕΠ.
Τα μέτρα για τον έλεγχο ανταγωνιστικών ειδών δεν περιέχουν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ενώ δεν είναι σαφές ποια υπηρεσία είναι τελικά αρμόδια για το μέτρο αυτό. Το ίδιο ισχύει για την καταπολέμηση των αρουραίων σε νησίδες, όπως και για την τοποθέτηση τεχνιτών φωλιών. Τα μέτρα αυτά είναι από τα πιο ειδικά στην παρούσα ΚΥΑ και μπορούν να αποφέρουν ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα για την προστασία μεμονωμένων ΖΕΠ. Κάθε μέτρο για να είναι εφαρμόσιμο και αποτελεσματικό είναι αναγκαίο να συνοδεύεται από χρονοδιάγραμμα και τον καθορισμό αρμοδιοτήτων. Ειδάλως η ΚΥΑ δεν αποτελεί παρά «ευχολόγιο».
Πρόταση: Προτείνεται η επαναδιατύπωση των παρακάτω παραγράφων στο άρθρο 15:
«2. α) Εντός δύο (2) ετών από την υπογραφή της παρούσας, η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του ΥΠΕΧΩΔΕ εκπονεί Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση των ειδών εισβολέων και των επιπτώσεών τους στα είδη χαρακτηρισμού των ΖΕΠ. Συγκεκριμένα οι αρμόδιες υπηρεσίες μεριμνούν για τον έλεγχο των πληθυσμών ανταγωνιστικών ειδών προς τα προστατευόμενα είδη και τα είδη χαρακτηρισμού, όπως ιδίως το είδος ασημόγλαρος (Larusmichahelis) και το είδος κουρούνα (Corvuscoronecornix).
β) Επιτρέπεται ο έλεγχος του πληθυσμού των ανταγωνιστικών ειδών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και μετά την σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου ΠΕΚΑ και εφ’ όσον αυτό αποδεδειγμένα αποσκοπεί στην προστασία αποικιών, θέσεων φωλεοποίησης και εν γένει κρίσιμων ενδιαιτημάτων προστατευόμενων ειδών.»
«4. Οι αρμόδιες υπηρεσίες Δασών των Περιφερειών, εντός (2) ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας, υλοποιούν πρόγραμμα τοποθέτησης τεχνητών φωλιών (μεμονωμένων ή συγκροτημάτων), ιδίως για το είδος κιρκινέζι (Falconaumanni) και για το είδος μαυροπετρίτης (Falcoeleonorae), εντός ΖΕΠ.»
Άρθρο 16- Εναρμόνιση της άσκησης της αλιείας με την προστασία των αγρίων πουλιών
1. Το άρθρο είναι γενικόλογο, καθώς οι αρχές «εντός τεσσάρων(4) ετών» «μεριμνούν» για τους περιορισμούς στην αλιεία. Δεν είναι σαφές ποιο είναι το ειδικό μέτρο και τι ακριβώς ζητείται από τις αρχές να υλοποιήσουν στα επόμενα 4 χρόνια.
Πρόταση: Προτείνεται η συγκεκριμένη διατύπωση, η οποία θα περιλαμβάνει την ίδρυση θαλάσσιων καταφυγίων:
«Η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ, σε συνεργασία με την Γενική Διεύθυνση Αλιείας του Υπουργείου Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΥΘΥΝΑΛ), εντός ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσης απόφασης και με βάση τα Εθνικά Σχέδια Διαχείρισης των ειδών χαρακτηρισμού, εκπονούν Στρατηγική Μελέτη για την ίδρυση θαλάσσιων καταφυγίων και τη θέσπιση εποχικών και χωρικών περιορισμών στην αλιεία, καθώς και σε άλλες δραστηριότητες στο θαλάσσιο χώρο, για τη διατήρηση των ειδών χαρακτηρισμού των θαλάσσιων και παράκτιων ΖΕΠ.»
2. Το άρθρο δίνει περιθώριο 4 ετών για τον καθορισμό των εποχικών και χωρικών περιορισμών στην αλιεία με βάση τα Εθνικά Σχεδία Διαχείρισης των ειδών χαρακτηρισμού. Ταυτόχρονα παρόλα αυτά τα Σχέδια αυτά δεν είναι σαφές πότε θα καταρτηθούν, γιατί δεν υπάρχει σαφής πρόβλεψη στο άρθρο 19. Πρακτικά λοιπόν οι περιορισμοί στην αλιεία δεν μπορούν να εφαρμοστούν εάν δεν έχουν ολοκληρωθεί πρώτα τα Σχέδια Διαχείρισης των ειδών χαρακτηρισμού.
Πρόταση: Η Στρατηγική Μελέτη θα πρέπει να εκπονηθεί παράλληλα με τα Σχέδια Διαχείρισης για τα αντίστοιχα είδη χαρακτηρισμού (θαλασσοπούλια), και να διευκρινιστεί συγκεκριμένα πότε θα ολοκληρωθεί η Στρατηγική.
Άρθρο 17- Συγκρότηση Ομάδας Εποπτείας των Ζωνών Ειδικής Προστασίας
Θετική κρίνεται η αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής «Φύσης 2000», καθώς και η δημιουργία της Ομάδας Εποπτείας.
Άρθρο 19- Προγράμματα έρευνας εντός ΖΕΠ.
Τα «Σχέδια Διαχείρισης» για τα είδη χαρακτηρισμού είναι όρος ο οποίος προκαλεί σύγχυση με τα Σχέδια Διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών. Ο διεθνής όρος είναι «Σχέδια Δράσης» (Action Plan).
Πρόταση: Ο όρος «Σχέδια Διαχείρισης» για τα είδη χαρακτηρισμού να αλλάξει και να γίνει «Σχέδια Δράσης».
Άρθρο 23- Μεταβατικές διατάξεις
1. Προτείνεται η εξής επαναδιατύπωση για την παράγραφο 5 του άρθρου, για την προστασία των μεταναστευτικών περασμάτων: «Για τα ΑΙΟΠΑ που λειτουργούν εντός ΖΕΠ στα μεταναστευτικά περάσματα του άρθρου 6 παρ.3 της παρούσας απόφασης γίνεται ανανέωση των περιβαλλοντικών όρων, οι οποίοι οφείλουν να περιλαμβάνουν, ανάμεσα σε άλλα, την τοποθέτηση αυτοματοποιημένου συστήματος παύσης των ανεμογεννητριών.»
2. Οι προβλέψεις του άρθρου 23 παράγραφος 6, αν εκληφθούν ως αρχές σχεδιασμού και διαχείρισης, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, η άμεση χρήση τους παρουσιάζει ορισμένες αδυναμίες:
Στην παράγραφο β), κρίνεται ότι η απαγόρευση υλοτομιών από 1/4 έως 15/7 είναι πολύ γενική και ως εκ τούτου μη εφαρμόσιμη, ενώ μπορεί να δημιουργήσει ιδιαίτερο πρόβλημα στις τοπικές κοινωνίες. Προτείνεται η απόσυρσή της και η ρύθμιση της απαγόρευσης αυτής να γίνει από τις κατά τόπους δασοπονικές διαχειριστικές μελέτες, με βάση πάντα τα είδη χαρακτηρισμού.
Στην παράγραφο γ), τονίζουμε ότι το 5% σε μια μικρή παραγωγική συστάδα δέντρων είναι ιδιαίτερα μικρή έκταση (αντιστοιχεί σε περίπου πέντε δέντρα). Η αύξηση του ποσοστού δεν επηρεάζει την άσκηση της δασοπονίας και για τον λόγο αυτό προτείνεται η εξής επαναδιατύπωση:
«γ) για τη διατήρηση τουλάχιστον του 10% της έκτασης των παραγωγικών συστάδων από ώριμα και υπερώριμα δένδρα, άτομα στρεβλά, κακόμορφα, κουφαλερά, διχαλωτά, νεκρά ιστάμενα.»
Η παράγραφος ε), χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και εξειδίκευσης προκειμένου να είναι εφαρμόσιμη. Προτείνεται η τροποποίηση της ως εξής:
«ε) για την απαγόρευση υλοτομιών σε παρόχθια βλάστηση μέχρι 20 μέτρα κατά μήκος της πλαγιάς από την όχθη και εντός ρεμάτων και για την απαγόρευση υλοτομιών σε παρόχθια δάση, συστάδες, λόχμες και δενδροστοιχίες που βρίσκονται εκτός των ορίων εφαρμογής δασοπονικών διαχειριστικών σχεδίων.»
Η παράγραφος στ), όπως είναι διατυπωμένη, είναι πολύ γενική και δεν λαμβάνει υπόψη την εμφάνιση φυσικής αναγέννησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διατήρηση του διακένου επιβάλλει την εφαρμογή μέτρων καταπολέμησής της φυσικής αναγέννησης, πράγμα απαράδεκτο από οικολογική άποψη. Επίσης, δεν λαμβάνει υπόψη της την περίπτωση εμφάνισης πολλαπλών διακένων από φυσικά αίτια, τα οποία όμως σε διαχειριζόμενα δάση μπορεί να τα αποσταθεροποιήσουν, όπως π.χ. οι ανεμοριψίες και οι χιονοριψίες. Τέλος δεν προβλέπει τι γίνεται με την ξυλεία, η απόληψη της οποίας μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις ιδιαίτερα στο δασικό έδαφος.
Πρόταση: «στ) για τη διατήρηση χωρίς φυτεύσεις όλων των υφιστάμενων διάκενων που δεν έχουν προκύψει από ανθρωπογενείς αιτίες (π.χ. πυρκαγιές, παράνομη υλοτόμηση), εξαιρουμένων α) των περιπτώσεων όπου τεκμηριώνεται με σχετική έκθεση αυτοψίας μακροπρόθεσμος κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους, β) των διακένων μεγέθους μεγαλύτερου των 10 στρεμμάτων ή των πολλαπλών διακένων συνολικής έκτασης μεγαλύτερης του 50% της έκτασης της συστάδας που δημιουργούνται από φυσικά αίτια όπου τεκμηριώνεται με σχετική έκθεση αυτοψίας κίνδυνος εμφάνισης φαινομένων διάβρωσης του εδάφους, αποσταθεροποίησης της υδρολογικής λειτουργίας του δάσους ή κίνδυνος σταθερότητας των γειτονικών συστάδων.»
Μέτρα τα οποία απουσιάζουν
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι απουσιάζουν από την ΚΥΑ μέτρα ειδικής προστασίας για τους υγρότοπους της Ελλάδας, οι περισσότεροι από τους οποίους, με εξαίρεση τους Διεθνούς σημασίας υγρότοπους Ραμσάρ, δεν είναι οριοθετημένοι και δεν απολαμβάνουν κάποιο καθεστώς προστασίας. Για την ορθή συμμόρφωση με το άρθρο 4§2 της Οδηγίας θα πρέπει η χώρα να μεριμνήσει ειδικά για την προστασία των υγροτόπων προκειμένουν να επιλύσει ένα από τα βασικά προβλήματα της καταδικαστικής απόφασης. Ένα από τα πιο αποτελεσματικά και εύκολα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η οριοθέτηση των υγροτόπων.
Πρόταση: Προτείνεται το παρακάτω ειδικό και εφαρμόσιμο μέτρο για την οριοθέτηση όλων των υγρότοπων της χώρας εντός ΖΕΠ:
«Εντός δύο (3) ετών από την υπογραφή της παρούσας, με ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ και των αρμόδιων υπηρεσιών περιβάλλοντος των Περιφερειών, καταγράφονται, χαρτογραφούνται και οριοθετούνται από την πλευρά της χέρσου, σε κατάλληλη κλίμακα όλοι οι υγρότοποι εντός των ΖΕΠ, με μέγεθος > 0,1 ha, λαμβάνονται υπόψη τον ορισμό περί υγροτόπου όπως ισχύει με το Ν.Δ. 191/1974.»
Σχετικές αναφορές και βιβλιογραφία
- «Κλιματική Αλλαγή και Βιοποικιλότητα: λύσεις για μια σχέση συνύπαρξης», Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Ιανουάριος 2010
Βρείτε τις θέσεις εδώ:
https://files.ornithologiki.gr/docs/politiki/aiolika/klimatiki%20allagi%20kai%20viopoikilotita.pdf
- Δημαλέξης, Α., Καστρίτης, Θ., Μανωλόπουλος, Α., Κορμπέτη, Μ., Φριτς, Γ., Saravia Mullin, V., Ξηρουχάκης, Σ.,. και Δ. Μπούσμπουρας. Προσδιορισμός και χαρτογράφηση των ορνιθολογικά ευαίσθητων στα αιολικά πάρκα περιοχών της Ελλάδας. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία. Αθήνα 2010
Βρείτε την μελέτη εδώ:
https://files.ornithologiki.gr/docs/politiki/aiolika/prosdiorismos%20kai%20xartografisi.pdf
- «Πρόταση για έναν Ολοκληρωμένο Εθνικό Σχεδιασμό για το κυνήγι στην Ελλάδα», Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Μάιος 2010
- «Θέσεις της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας για το κυνήγι», Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Μάιος 2010
Παράρτημα Ι Έργα ή κατηγορίες έργων που εξαιρούνται από την διαδικασία εκπόνησης ορνιθολογικής μελέτης.
α) σχέδια ή προγράμματα για τα οποία προβλέπεται διαδικασία περιβαλλοντικού προελέγχου και ΣΠΕ [5 Κοινής Υπουργικής Απόφασης ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ. 107017/ 2006 (Β' 1225) 5§2 Κοινής Υπουργικής Απόφασης Η.Π. 37338/1807/Ε.103/2010 (Β' 1495) ], που δεν ανήκουν στις υποκατηγορίες 1 έως 4 της ΚΥΑ 15393/2332/2002 [Β' 1022], όπως ισχύει [π.χ., ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ, σχέδια εγγειοβελτιωτικών έργων ή διαχείρισης υδατικών πόρων]
β) έργα ή δραστηριότητες που ανήκουν στις υποκατηγορίες 1 έως 4 της ΚΥΑ 15393/2332/2002 [Β' 1022], όπως ισχύει, αλλά δεν ικανοποιούν τα ελάχιστα όρια δραστηριότητας που αυτή ορίζει [π.χ., εναέριες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας <50KV και υποσταθμοί <150KV , οι οποίες εξαιρέθηκαν από τις όλες τις υποκατηγορίες με την ΚΥΑ ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ. 126880/2007 (Β' 435)],
γ) έργα ή δραστηριότητες που δεν ανήκουν στις υποκατηγορίες 1 έως 4 της ΚΥΑ
15393/2332/2002 [Β' 1022], όπως ισχύει, αλλά εκτελούνται κατόπιν άδειας [ορισμένες εργασίες δόμησης κατά 22§1 Ν. 1577/1986 (Α' 210), ερασιτεχνική αλιεία κατά Π.Δ. 373/1985 (Α' 131), θήρα (262 Ν.Δ. 86/1969, όπως αντικαταστάθηκε από το 12 Ν.Δ. 996/1971 (Α' 192), δημιουργία πεδίων βολής ],
δ) έργα ή δραστηριότ