Στον ταμιευτήρα της Κερκίνης κατά την τελευταία 20ετία δραστηριοποιούνται περίπου 70 επαγγελματίες και ημι-επαγγελματίες αλιείς. Οι κύριες μέθοδοι αλιείας που χρησιμοποιούν είναι δίχτυα, απλάδια ή μανωμένα και βολκοί ή νταούλια, τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως στο νότιο τμήμα γύρω από το φράγμα και το καλοκαίρι στο βόρειο τμήμα της λίμνης. Τα κύρια είδη-στόχοι είναι η πεταλούδα ή ιταλικό Carassius auratus και το γριβάδι ή σαζάνι Cyprinus carpio.
- Κείμενο: Γιώργος Κατσαδωράκης & Όλγα Αλεξάνδρου | Εταιρία Προστασίας Πρεσπών
- Κώστας Παπαδόπουλος & Θεόδωρος Ναζηρίδης | Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Λίμνης Κερκίνης
Τα ψάρια πωλούνται σε χοντρέμπορους, οι οποίοι τα διακινούν στις γύρω αγορές, κυρίως μέχρι τις Σέρρες και σπανιότερα τη Θεσσαλονίκη. Οι τιμές τους κυμαίνονται από 0,5 € ως 1,5€ για την πεταλούδα και σχεδόν διπλάσια για τα γριβάδια. Οι βασικές ιχθυόσκαλες είναι στα λιμάνια του Λιθότοπου, της Κερκίνης, στην περιοχή Λιμνοχωρίου καθώς και σε 2-3 κόλπους με ακτές ήπιων κλίσεων, όπου και αραξοβόλια, στο νοτιοδυτικό τμήμα του ταμιευτήρα.
Οι ψαράδες από παλιά, είτε καθώς ξεψάριζαν, είτε καθώς άδειαζαν τα νταούλια, είτε καθώς μετέφεραν τις κασέλες με τα ψάρια από τις βάρκες για να τα παραδώσουν στον έμπορο, συνήθιζαν να πετούν τα ανεπιθύμητα ή άχρηστα ψάρια στο νερό, δίπλα στη βάρκα. Επίσης, όσα ψάρια τούς έμειναν απούλητα και δεν μπορούσαν να τα διαθέσουν με άλλο τρόπο, τα ξαναπετούσαν, νεκρά πλέον, πίσω στη λίμνη. Τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 οι Αργυροπελεκάνοι που ήταν παρόντες το χειμώνα στη λίμνη άρχισαν δειλά-δειλά να πλησιάζουν τους ψαράδες και να καταναλώνουν τα απορριπτόμενα ψάρια. Σταδιακά, ολοένα και περισσότεροι ξεθάρρευαν και απέκτησαν τη συνήθεια να κολυμπούν κοντά στις βάρκες και να περιμένουν να τους πετάξουν ψάρια, είτε οι βάρκες βρίσκονταν στη μέση τη λίμνης είτε ήταν αραγμένες στην ακτή.
Η κατάσταση αυτή λάμβανε χώρα κατά τους χειμωνιάτικους μήνες οπότε και στην Κερκίνη συγκεντρώνονταν μεγάλοι αριθμοί Αργυροπελεκάνων οι οποίοι διαχείμαζαν εκεί πριν ταξιδέψουν το Φλεβάρη και τον Μάρτη στην Πρέσπα για να φωλιάσουν. Η Κερκίνη μαζί με τις λ/θ Βιστωνίδα και Πόρτο Λάγος ήταν τουλάχιστον από το 1980 ως και το 2010 οι δυο σημαντικότεροι τόποι διαχείμασης Αργυροπελεκάνων στην Ελλάδα (Crivelli et al. 1991). Το ίδιο συνεχίστηκε και μετά το 2003, οπότε με την κατασκευή των υπερυψωμένων πλατφορμών οι Αργυροπελεκάνοι ξεκίνησαν να φωλιάζουν και στην Κερκίνη.
Έτσι, από τότε που ξεκίνησε η συνήθεια αυτή, αρκετοί πελεκάνοι είχαν αυξημένη πρόσβαση σε τροφή κατά τη διάρκεια του χειμώνα που φυσικά είναι και η δύσκολη περίοδος για την εξασφάλιση τροφής, διότι λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών τα ψάρια δεν κινούνται πολύ στα μεσαία και επιφανειακά στρώματα νερού αλλά συγκεντρώνονται στα βαθύτερα σημεία με πιο θερμά νερά. Η τροφή τον χειμώνα όχι μόνο πρέπει να είναι αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες των πελεκάνων σε θερμική ενέργεια για την επιβίωσή τους αλλά και για να δημιουργήσει το λίπος που χρειάζονται για να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες ενεργειακές ανάγκες της επερχόμενης αναπαραγωγής.
Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε σήμερα σε ποιο βαθμό η εύκολα εξασφαλίσιμη τροφή που προσφερόταν στους πελεκάνους, δηλ. χωρίς την κατανάλωση εκ μέρους τους μεγάλων ποσών ενέργειας για εντοπισμό και σύλληψη, ήταν τόσο σημαντική ώστε πραγματικά «έκανε διαφορά» στη συμπεριφορά των πουλιών συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο οπότε η εύκολη αυτή τροφή δεν υπήρχε. Τη δυσκολία εκτίμησης επιδεινώνουν τόσο οι αλλαγές στη συμπεριφορά των ψαριών που μπορεί να οφείλονται στους ηπιότερους χειμώνες που προκαλεί η προϊούσα κλιματική αλλαγή όσο η δυνάμει –θετική- επιρροή των ολοένα και πιο μεγάλων αριθμών κορμοράνων, τη «συνεργασία» με τους οποίους αξιοποιούν οι πελεκάνοι προς εξασφάλιση τροφής.
Λίγο αργότερα από την περιγραφείσα αυτή πρακτική των ψαράδων ξεκίνησε και μια άλλη διεργασία. Ήδη από τη δεκαετία του 1990 φωτογράφοι φύσης επισκέπτονταν την Κερκίνη για να φωτογραφίσουν από κοντά την άγρια πανίδα και σε κάποιο βαθμό εκμεταλλεύονταν το γεγονός το ότι οι πελεκάνοι πλησίαζαν πολύ τις βάρκες και την ακτή. Σταδιακά άρχισαν και αυτοί να νοικιάζουν τις υπηρεσίες των ψαράδων, να αγοράζουν ψάρια από αυτούς και να τα ρίχνουν στους πελεκάνους ώστε εκείνοι να πλησιάσουν κοντά και να τους φωτογραφίσουν. Περί τα τέλη της δεκαετίας του 2000 ο φωτογράφος Jari Peltomäki με μερικές θεαματικές φωτογραφίες Αργυροπελεκάνων που ορμούν να πιάσουν τα ψάρια στον αέρα κέρδισε κάποιο από τα πρώτα βραβεία στον διαγωνισμό «Wild Wonders of Europe» το 2009. Οι φωτογραφίες ήταν τόσο εντυπωσιακές που αύξησαν κατακόρυφα το ενδιαφέρον των φωτογράφων με αποτέλεσμα να εκτοξευθεί ο αριθμός εκείνων που επισκέπτονταν την Κερκίνη. Φυσικά όλοι αυτοί παραμένουν για μέρες στην περιοχή και χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες που τους χρειάζονται (ξενοδοχεία και ξενώνες, ταβέρνες και εστιατόρια, μεταφορές, αγορές αγαθών κ.λπ.), συμβάλλοντας όχι ευκαταφρόνητα στην τοπική οικονομία. Συνήθως έχουν οργανώσει το ταξίδι τους σε συνεννόηση με έναν τοπικό ταξιδιωτικό πράκτορα ή επιχειρηματία που προσφέρει τέτοιες υπηρεσίες, συνήθως ιδιοκτήτη ξενώνα, είτε το έχουν οργανώσει μόνοι τους.
Φαίνεται πως κυρίως ένας μόνο ψαράς ασχολείται συστηματικά με τους φωτογράφους άγριας φύσης, ενώ 2-3 ακόμα περιστασιακά. Η δραστηριότητα ξεκινάει περίπου στα μέσα Νοέμβρη και διαρκεί μέχρι τα μέσα του Μάρτη. Ειδικότερα, από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου είναι καθημερινή πρακτική η παροχή 60-70 κιλών ψαριών. Το πρώτο μισό του Ιανουαρίου και το δεύτερο μισό του Φεβρουαρίου η δραστηριότητα περιορίζεται σε αριθμό ημερών και ποσότητα ψαριών, ενώ το υπόλοιπο χρονικό διάστημα (μέσα Νοέμβρη – μέσα Ιανουαρίου και Μάρτη) η δραστηριότητα περιορίζεται ακόμα περισσότερο. Υπολογίσαμε ότι μόνο για τη δραστηριότητα της φωτογράφισης παρέχονται στους πελεκάνους κάτι παραπάνω από 2,5 τόνοι ψαριών. Αν συνυπολογιστεί και η ποσότητα ψαριών που πετιέται από άλλους ψαράδες, υπολογίζεται ότι συνολικά περίπου 5 τόνοι ψαριών είναι διαθέσιμοι κυρίως στους πελεκάνους μέσα μόνο από τις δραστηριότητες αλιείας και φωτογραφίας.
Τα ψάρια αυτά είναι κυρίως πεταλούδες με βάρος περίπου 200 γρμ., με μικρή εμπορική αξία (οι έμποροι αγοράζουν μόνο τις μεγάλες, πάνω από 300 γρμ.), οι οποίες όμως είναι αρκετά μεγάλες ώστε δεν μπορούν να τις καταπιούν Κορμοράνοι ή Ασημόγλαροι που καραδοκούν. Άρα όλα αυτά τα ψάρια είναι διαθέσιμα σχεδόν αποκλειστικά στους πελεκάνους.
Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ένας πελεκάνος για να καλύψει τις χειμερινές του ανάγκες χρειάζεται περίπου 1,8 κιλά ψάρια ημερησίως (A.J. Crivelli, προσ. επικοινωνία), τότε αυτό σημαίνει ότι μέσα μόνο από τις δραστηριότητες της φωτογραφίας προσφέρονται αρκετά ψάρια για να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες 1.570 πελεκανοημερών.
Στην Κερκίνη, σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, διαχειμάζουν κατά μέσο όρο περίπου 500 Αργυροπελεκάνοι. Προς το παρόν δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε με ακρίβεια τι ποσοστό από τα άτομα αυτά μένουν όλο τον χειμώνα στην Κερκίνη, όπως επίσης δεν γνωρίζουμε για πόσο καιρό μπορεί να χρησιμοποιούν την Κερκίνη άλλοι πελεκάνοι που έρχονται από ανατολικότερα σημεία διαχείμασης και κινούνται προς την Πρέσπα ή την Κάρλα. Φυσικά, επειδή οι αριθμοί αναπαραγόμενων πελεκάνων στον ανατολικό μεταπληθυσμό (Κερκίνη, Πρέσπα, Κάρλα) είναι πολύ μεγαλύτεροι (περίπου 3.500 άτομα!) και επειδή η Κερκίνη είναι ένας βασικός σταθμός πριν από το ξεκίνημα της αναπαραγωγής, μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι η εναλλαγή ατόμων είναι μεγάλη και ότι το 500 είναι απλώς ενδεικτικό.
Με βάση όλα τα παραπάνω, αλλά και τις αβεβαιότητες που τα συνοδεύουν, υπολογίσαμε ότι το σύνολο των ψαριών που προσφέρονται άκοπα στους Αργυροπελεκάνους (μέσω φωτογράφων και απορρίψεων από αλιείς) καλύπτουν κατά μέσο όρο το 2,5 - 5 % των ενεργειακών τους αναγκών στη διάρκεια του χειμώνα, δηλαδή 1.500-3.000 από τις 60.000 πελεκανοημέρες. Το ποσοστό αυτό φαίνεται μικρό αλλά έχει συμβάλλει κρίσιμα μαζί με τις έμμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, σε υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης, στην ταχύτερη απόκτηση του κατάλληλου σωματικού βάρους για την κάλυψη των αναγκών της διαχείμασης και της επερχόμενης αναπαραγωγής, αλλά και στην ολοένα και ενωρίτερη έναρξη της αναπαραγωγής που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία 30 χρόνια στους πελεκάνους της Πρέσπας.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Crivelli, A. J., G. Catsadorakis, H. Jerrentrup, D. Hatzilacos & T. Michev. 1991. Conservation and management of pelicans nesting in the Palearctic. ICBP Technical Publication No 12: 137-152