Την υποχρέωση προστασίας όλων των ειδών άγριας ορνιθοπανίδας που απαντούν σε Ζώνες Ειδικής Προστασίας του Δικτύου Natura 2000 αναγνωρίζει το ΔΕΕ
Στις 12 Σεπτεμβρίου 2024, δημοσιεύθηκε η πολυαναμενόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), επί των προδικαστικών ερωτημάτων που είχε θέσει το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), 12 ολόκληρα χρόνια μετά την αίτηση ακύρωσης που είχε καταθέσει η Ελληνική ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ Εταιρεία κατά της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) του 2012, έχοντας έγκαιρα διαπιστώσει πως η Ελλάδα δεν μετέφερε ορθώς την Οδηγία για τα πουλιά στην ελληνική έννομη τάξη.
Στην αίτηση που κατέθεσε, η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ είχε εκφράσει έντονες αντιρρήσεις σε σχέση με την οργάνωση, από την ελληνική διοίκηση, της προστασίας των ειδών της άγριας ορνιθοπανίδας εντός των προστατευόμενων περιοχών, μια προστασία που στην πράξη αποδεικνύεται ελλιπής καθώς επικεντρώνεται σε ορισμένα μόνο είδη ενώ αφήνει άλλα σημαντικά, προστατευόμενα, ακόμα και σπάνια είδη στο έλεος της ανάπτυξης επιβλαβών δραστηριοτήτων εντός της επικράτειας στην οποία αναπτύσσονται, με μοναδικό επιχείρημα ότι αυτά δεν αποτελούν “είδη χαρακτηρισμού” της οικείας Ζώνης Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ).
Μετά από σειρά αναβολών και παραπομπή της υπόθεσης στην επταμελή σύνθεση, το ΣτΕ προχώρησε στην υποβολή τριών προδικαστικών ερωτημάτων προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) προκειμένου να κρίνει στη συνέχεια την προσφυγή της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ και η υπόθεση συζητήθηκε στο ακροατήριο του ΔΕΕ την Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024. Μεταξύ άλλων, το ΣτΕ ζήτησε από το ΔΕΕ να απαντήσει εάν η επιλογή της ελληνικής διοίκησης να θεσπίσει διατάξεις στις οποίες προβλέπεται ότι τα μέτρα ειδικής προστασίας, διατήρησης και αποκατάστασης των ειδών και των ενδιαιτημάτων-οικοτόπων της άγριας ορνιθοπανίδας στις ΖΕΠ εφαρμόζονται μόνο στα «είδη χαρακτηρισμού», είναι σύμφωνη με τις διατάξεις των Οδηγιών για τη φύση.
Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψιν τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ, του Δικτύου Οικολογικών Οργανώσεων Αιγαίου και άλλων προσφευγόντων, καθώς και της Ελλάδας αλλά και άλλων κρατών μελών της ΕΕ (Τσεχία, Ολλανδία, Πολωνία), αποφάσισε ότι για όλα τα είδη πτηνών που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/147 αλλά και για τα αποδημητικά είδη που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα αυτό, των οποίων όμως η διέλευση είναι τακτική και τα οποία είναι παρόντα σε ΖΕΠ του Δικτύου Natura 2000, απαιτείται η λήψη στόχων και μέτρων διατήρησης, κατά τα προβλεπόμενα στο αρ. 4 παρ. 1 και 2 της Οδηγίας για τα πουλιά και αρ. 6 παρ. 2-4 της Οδηγίας για τους οικοτόπους.
Εναπόκειται, ωστόσο, στα κράτη μέλη να καθορίζουν προτεραιότητες αναλόγως της σημασίας των μέτρων αυτών για την επίτευξη των στόχων διατήρησης του συνόλου των εν λόγω ειδών. Πάντως, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να στηρίζονται στις ειδικές οικολογικές απαιτήσεις των διαφόρων ΖΕΠ και απαιτούν να προσδιορίζονται, για κάθε ΖΕΠ θεωρούμενη μεμονωμένα.
Κατόπιν της απόφασης αυτής, η υπόθεση οδηγείται και πάλι στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Με βάση την ερμηνεία που του παρέχει πλέον το ΔΕΕ, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας θα αποφασίσει εάν και κατά πόσο η ΚΥΑ του 2012 είναι σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα της Οδηγίας για τα άγρια πουλιά.
Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, το ΣτΕ θα διατάξει την ακύρωση της ΚΥΑ και, επομένως, η διοίκηση θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στο σημαντικό αυτό ζήτημα, με βάση τα ευρήματα της δικαιοσύνης. Σε αυτή την περίπτωση, η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ θα είναι και πάλι αρωγός της διοίκησης, προκειμένου να μην επαναληφθούν τα λάθη που συνέβησαν στο παρελθόν.