Οι ελληνικές θάλασσες φιλοξενούν έξι είδη θαλασσοπουλιών: τον Αιγαιόγλαρο, τον Ασημόγλαρο, τον Θαλασσοκόρακα, τον Αρτέμη, τον Μύχο και τον Υδροβάτη.
Ο Αιγαιόγλαρος
Ο Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii) είναι ένα είδος γλάρου ενδημικό της Μεσογείου, εύκολα αναγνωρίσιμο από το βαθύ κόκκινο ράμφος και τα μαύρα πόδια του.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70 ο παγκόσμιος πληθυσμός του είδους υπολογιζόταν σε 1.000 ζευγάρια. Όμως, με την εντατικοποίηση της μέσης αλιείας στην δυτική Μεσόγειο και την αύξηση της ποσότητας των ψαριών που πετιούνται από τα αλιευτικά σκάφη, ο παγκόσμιος πληθυσμός του Αιγαιόγλαρου αυξήθηκε απότομα. Ο συνολικός πληθυσμός είναι 21.500 ζευγάρια σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2008 (BirdLife 2008). Περισσότερο από το 90% του πληθυσμού του εντοπίζεται στη Δ. Μεσόγειο, στην Ισπανία (η μεγαλύτερη αποικία βρίσκεται στο δέλτα του ποταμού Ebro).
Είναι χαρακτηρισμένο στον κατάλογο της BirdLife International ως "Σχεδόν Απειλούμενο" είδος, περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ για την προστασία των άγριων πουλιών της Ε.Ε., στο Παράρτημα ΙΙ της Συνθήκης της Βέρνης και στο Παράρτημα Ι της Συνθήκης της Βόννης. Επίσης, καταγράφεται ως "Τρωτό" στο νέο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (Χανδρινός και Καστρίτης, 2009).
Όπως και για τα περισσότερα θαλασσοπούλια, οι γνώσεις μας για τον Αιγαιόγλαρο εστιάζονται γύρω από την εποχή της αναπαραγωγής, καθώς παραμένουν στον ίδιο χώρο για τρεις συνεχείς μήνες. Στην Ελλάδα το είδος αναπαράγεται μόνο στο Αιγαίο και ο πληθυσμός του υπολογίζεται σε 350-500 ζευγάρια, σε αποικίες που κυμαίνονται από 5-85 ζευγάρια. Αποικίες του είδους απαντώνται σε απομονωμένες, βραχώδεις νησίδες με λίγη βλάστηση, κυρίως στα Δωδεκάνησα, τους Φούρνους, την Αμοργό, την Πάρο, τις Σποράδες, τη Μυτιλήνη, τη Λήμνο, τη Χίο και την Κρήτη.Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του είδος είναι ότι οι αναπαραγωγικές αποικίες συχνά αλλάζουν από χρονιά σε χρονιά, δηλαδή τα πουλιά δεν γυρνάνε κάθε χρόνο στην ίδια θέση, αλλά μπορεί να χρησιμοποιούν διάφορες νησίδες της γύρω περιοχής.
Τα ενήλικα πουλιά εγκαθίστανται στις αποικίες γύρω στα μέσα με τέλη Απριλίου, οπότε και γεννούν 2-3 αυγά σε φωλιές απλά φτιαγμένες από χόρτα στο έδαφος. Η επώαση έχει ολοκληρωθεί μέσα σε τρεις εβδομάδες και οι νεοσσοί αρχίζουν να εκκολάπτονται από τα μέσα Μαΐου. Ένα μήνα αργότερα, τα νεαρά έχουν πλέον το μέγεθος του ενήλικου και έχουν ήδη πετάξει. Θα χρειαστούν όμως τέσσερα χρόνια για να αποκτήσουν το λευκό πτέρωμα των γονιών τους και να αναπαραχθούν. Από τα μέσα Ιουλίου, ενήλικα και νεαρά άτομα εγκαταλείπουν την αποικία και διασπείρονται στις γύρω περιοχές. Η χειμωνιάτικη κατανομή και οι μεταναστευτικές συνήθειες του είδους στην Ελλάδα παραμένουν άγνωστες, αν και υπάρχουν επανευρέσεις δακτυλιωμένων πουλιών από την Κύπρο, την Κρήτη, τη Μάλτα, το Λίβανο, την Τυνησία και την Ισπανία!
Ο Αιγαιόγλαρος τρέφεται κοντά στις ακτές, κυρίως με μικρά αφρόψαρα τα οποία πιάνει από την επιφάνεια της θάλασσας με μια πολύ επιδέξια τεχνική, πετώντας αργά και χαμηλά πάνω από το νερό. Στη Δυτική Μεσόγειο το είδος τρέφεται βασικά με το παρεμπίπτον αλίευμα των αλιευτικών σκαφών.
Ο Αιγαιόγλαρος σε αριθμούς
Μήκος: 0,5 μέτρα
Άνοιγμα φτερών: 1,3 μέτρα
Κατανομή: Νησιά της Μεσογείου
Ελληνικός πληθυσμός: 350 - 500 ζευγάριαΑπειλές
Η κύρια απειλή που αντιμετωπίζει το είδος σχετίζεται με την ενόχληση των αναπαραγόμενων πουλιών από την παρουσία του ανθρώπου, κάτι που συνδέεται με το μέγεθος των αποικιών, οι οποίες είναι μικρές και διασκορπισμένες. Ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η κτηνοτροφία, η υπερβόσκηση, ο τουρισμός, η αλιεία, το κυνήγι και η συντήρηση και κατασκευή υποδομών, μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στην επιτυχία αναπαραγωγής. Απειλή επίσης αποτελεί η μείωση του ιχθυαποθέματος που είναι διαθέσιμο στα πουλιά, η έμμεση θανάτωση σε αλιευτικά εργαλεία, η θαλάσσια ρύπανση, αλλά και η θήρευση αυγών και νεοσσών από αρουραίους και αρπακτικά πουλιά, Ασημόγλαρους και Κουρούνες. Άλλη σημαντική αρνητική επίδραση, έχει και ο ανταγωνισμός του με τον Ασημόγλαρο για χώρο φωλεοποίησης και τροφοληψίας.
Δείτε περισσότερα για τις δράσεις διατήρησης & ενημέρωσης που έχει υλοποιήσει η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ για τον ΑιγαιόγλαροΟ Θαλασσοκόρακας (Phalacrocorax aristotelis) είναι μαζί με τον Κορμοράνο (Phalacrocorax carbo) και τη Λαγγόνα (Phalacrocorax pygmeus) τα τρία είδη της οικογένειας των Κορμοράνων στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα απαντά το Μεσογειακό υποείδος του Θαλασσοκόρακα (Phalacrocorax aristotelis desmarestii) που είναι ενδημικό της Μεσογείου.
Ο συνολικός αναπαραγόμενος πληθυσμός του Μεσογειακού υποείδους εκτιμάται σε λιγότερα από 10.000 ζευγάρια με περίπου τα 1.300-1.450 να βρίσκονται στην Ελλάδα, στα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους. Οι γνώσεις μας για την κατανομή και την οικολογία του είδους στην Ελλάδα έχουν βελτιωθεί πολύ την τελευταία δεκαετία, παρόλα αυτά είναι ακόμα ελλιπείς, ιδιαίτερα όσο αφορά την κατανομή και τις δραστηριότητες του είδους στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Τα τελευταία χρόνια, καταγράφονται συστηματικά από την ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ οι περιοχές αναπαραγωγής και διαχείμασης του είδους στην Ελλάδα και μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί 424 τοποθεσίες αναπαραγωγής του Θαλασσοκόρακα. Επίσης, σε επιλεγμένες αποικίες στις Β. Σποράδες και στο Β. Αιγαίο έχουν πραγματοποιηθεί η συστηματική παρακολούθηση της αναπαραγωγής και οι δακτυλιώσεις των νεαρών και ενήλικων ατόμων, που έχουν προσφέρει τα πρώτα στοιχεία για την οικολογία και τις μετακινήσεις του είδους στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια, οι ομάδες πεδίου της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ έχουν σαρώσει περισσότερα από 3.200 km2 θαλάσσιων περιοχών κατά την αναζήτηση σημαντικών περιοχών τροφοληψίας του είδους.Ο Θαλασσοκόρακας προστατεύεται από τη διεθνή και εθνική νομοθεσία: περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας για τη διατήρηση των άγριων πουλιών 2009/147/ΕΚ (πρώην 79/409/ΕΟΚ), στο Παράρτημα ΙΙ της Συνθήκης της Βόννης και για το Μεσογειακό υποείδος υπάρχει Διεθνές Σχέδιο Δράσης. Στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας εντάσσεται στα «Σχεδόν Απειλούμενα» είδη.
Είναι χαρακτηριστικό είδος των παράκτιων περιοχών και σε αντίθεση με τον συγγενικό Κορμοράνο ή τη Λαγγόνα συσχετίζεται αποκλειστικά με το θαλάσσιο περιβάλλον. Παρατηρείται συχνά είτε σε ακτές όπου κουρνιάζει ή λιάζεται, είτε στη θάλασσα κοντά στην ακτή όπου τρέφεται. Η τροφή του αποτελείται κυρίως από βενθικά ψάρια, όπως γωβιούς, σαυρίδια, αθερίνες, μουσμούλια κ.ά., τα οποία πιάνει σε βάθος μέχρι και 60 μ.!Αναπαράγεται σε όλες τις ελληνικές θάλασσες, από τη Γαύδο στο Λιβυκό Πέλαγος, μέχρι τη Θάσο στο Βόρειο Αιγαίο και από τη Ζάκυνθο στο Ιόνιο Πέλαγος μέχρι τα Δωδεκάνησα. Συνήθως φωλιάζει σε προστατευμένες κοιλότητες σε βραχώδεις ακτές ή κάτω από πυκνούς θάμνους, όπου το ζευγάρι με μεγάλη προσοχή φτιάχνει τη φωλιά του, κυρίως από φυτικό υλικό, αλλά και διάφορα είδη σκουπιδιών που προφανώς κατά τους Θαλασσοκόρακες βελτιώνουν την ποιότητα της κατασκευής! Η αναπαραγωγή είναι ασύγχρονη, τόσο μεταξύ διαφορετικών αποικιών, όσο και μεταξύ φωλιών εντός της ίδιας αποικίας και μπορεί να διαρκέσει από το Δεκέμβριο μέχρι και το Ιούνιο της επόμενης χρονιάς. Στην Ελλάδα συνήθως γεννά 2-3 αυγά τα οποία εκκολάπτονται περίπου ένα μήνα αργότερα. Τα μικρά φεύγουν από την φωλιά σε ηλικία 6-7 εβδομάδων αλλά παραμένουν κοντά στην αποικία όπου δημιουργούν μεγάλες ομάδες.
Μετά την αναπαραγωγική περίοδο, οι Θαλασσοκόρακες παρατηρούνται είτε ως μεμονωμένα άτομα, είτε σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ομάδες μέχρι και μερικών εκατοντάδων ατόμων που μπορεί να απομακρύνονται από τις αποικίες τους στην αναζήτηση καλύτερων ψαρότοπων. Παραμένουν στην Ελλάδα όλο το χρόνο και με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία από δακτυλιωμένα άτομα, πραγματοποιούνται τοπικές μετακινήσεις μέχρι και 200χλμ. μακριά από την αποικία τους.Ο Θαλασσοκόρακας σε αριθμούς
Μήκος: 0,75 μέτρα
Άνοιγμα φτερών: 1 μέτρο
Κατανομή: Νησιά και βραχώδεις ακτές της Μεσογείου
Ελληνικός πληθυσμός:1.300-1.450 ζευγάριαΑπειλέςΟι κύριες απειλές του είδους συμπεριλαμβάνουν την ανθρώπινη όχληση, την υποβάθμιση και την απώλεια ενδιαιτημάτων στο χερσαίο και θαλάσσιο περιβάλλον, την θήρευση από θηλαστικά (αρουραίους) ή πουλιά (π.χ. Ασημόγλαρους), την τυχαία παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία, την υπεραλίευση και τις πετρελαιοκηλίδες.Δείτε περισσότερα για τις δράσεις διατήρησης & ενημέρωσης που έχει υλοποιήσει η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ για τον Θαλασσοκόρακα